Πόσα μαλλιά είναι φυσιολογικό να χάνουμε στο λούσιμο

Πόσα μαλλιά είναι φυσιολογικό να χάνουμε στο λούσιμο

Πόσα μαλλιά είναι φυσιολογικό να χάνουμε στο λούσιμο

Είναι γεγονός πως οι τρίχες που μένουν στο μαξιλάρι μετά τον ύπνο, στη βούρτσα μετά το χτένισμα αλλά και στο σιφόνι μετά το μπάνιο προβληματίζουν πολλούς ανθρώπους. Ωστόσο, το να χάνουμε μαλλιά καθημερινά είναι απολύτως φυσιολογικό και δεν είναι κάτι που πρέπει να μας ανησυχεί. Όμως, σίγουρα υπάρχουν κάποιες απορίες σχετικά με την τριχόπτωση.

Μία από αυτές αφορά και στα μαλλιά που χάνουμε κατά το λούσιμο. Για παράδειγμα, πόσες τρίχες είναι φυσιολογικό να πέφτουν κάθε φορά που λουζόμαστε;

Γιατί συμβαίνει η καθημερινή -φυσιολογική- τριχόπτωση

«Τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες χάνουν μαλλιά καθημερινά, χωρίς να το συνειδητοποιούν. Πρόκειται για μία διαδικασία που αποτελεί κομμάτι του κύκλου ανάπτυξης των μαλλιών. Χωρίς αυτήν, ο κύκλος δεν θα επέτρεπε τη γέννηση νέων και υγιών μαλλιών – οπότε ναι, σε αυτήν την περίπτωση, η τριχόπτωση είναι μη ανησυχητική», αναφέρει η δρ Τάνια Βλαδένη, Δερματολόγος, Διευθύντρια ΕΣΥ, Πανεπιστημιακής Κλινικής στο Νοσοκομείο «Ανδρέας Συγγρός».

«Πιο συγκεκριμένα» συνεχίζει, «καθένας από τους θύλακες της τρίχας ζει τον δικό του κύκλο ανάπτυξης, που ακολουθείται από μία σύντομη περίοδο ανάπαυσης. Κατά τη φάση αυτή, ο θύλακας εξακολουθεί να είναι προσκολλημένος στο τριχωτό της κεφαλής χωρίς όμως να αναπτύσσεται».
Όταν η συγκεκριμένη φάση ολοκληρώνεται, οι τρίχες πέφτουν για να δημιουργηθεί χώρος για την ανάπτυξη νέων.

Το ανθρώπινο κεφάλι έχει περίπου 100.000 τριχοθυλάκια και όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, κάθε άνθρωπος έχει μερικούς θύλακες που εισέρχονται στη φάση ανάπαυσης σε καθημερινή βάση, με αποτέλεσμα την απώλεια των τριχών.

«Όσο μεγαλώνουμε, η φάση αυτή διαρκεί για περισσότερο χρονικό διάστημα από το κανονικό, γι’ αυτό και τα μαλλιά εμφανίζουν τάσεις αραίωσης. Όσο νεότερος είναι ο άνθρωπος, τόσο πιο εύκολα η τρίχα που χάθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της φυσιολογικής διαδικασίας αντικαθίσταται από μία καινούργια, ενώ μετά τη μέση ηλικία η αναπλήρωση των τριχών γίνεται με πιο αργό ρυθμό», εξηγεί η ιατρός.

Πόσες τρίχες πέφτουν;

Είναι δύσκολο να πει κάποιος ακριβώς πόσες τρίχες «πρέπει» να χάνουμε κατά τη διάρκεια μίας πράξης, όπως είναι το λούσιμο ή το βούρτσισμα των μαλλιών, καθώς διαφέρει από άτομο σε άτομο.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Δερματολογίας, ο άνθρωπος χάνει από 60 έως 100 τρίχες σε καθημερινή βάση -υπό φυσιολογικές συνθήκες- και από 100 έως 150 τρίχες το φθινόπωρο.

Σημειωτέον πως δεν γίνεται αναφορά για τις τρίχες που σπάνε, αλλά για εκείνες που πέφτουν. Το σπάσιμο της τρίχας είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, ένα σημάδι αδυναμίας των μαλλιών.

«Αν παρατηρήσετε ότι οι τρίχες σας σπάνε, τότε ένα σαμπουάν που τις προστατεύει και τις θωρακίζει είναι απαραίτητο. Όπως επίσης και το να μην κάνετε βιαστικές, άγαρμπες κινήσεις όταν λούζεστε. Ένα τέτοιο φυσικό σαμπουάν, παρέχει έως και 80% προστασία από το σπάσιμο ενώ ταυτόχρονα περιποιείται τις άκρες των μαλλιών. Επιπλέον, είναι απαλλαγμένο από χημικές ουσίες που επιβαρύνουν τις τρίχες και έχει φυτική σύνθεση», τονίζει η δρ Βλαδένη.

Αν και η τριχόπτωση μπορεί να φαίνεται ασήμαντη, αποτελεί ένα σημαντικό κίνητρο για πολλούς να αναζητήσουν συμβουλή και θεραπεία, με περίπου 10 εκατομμύρια ανθρώπους να επηρεάζονται από αυτή. Στην πραγματικότητα υπάρχουν όχι μόνο ένας, αλλά αρκετοί διαφορετικοί τύποι τριχόπτωσης, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους.

Έχουν ταξινομηθεί ως εξής:

  • Ξαφνική έναρξη περιστασιακής απώλειας μαλλιών, γνωστή ως οξεία τελογενής αλωπεκία
  • Σταδιακή και παρατεταμένη απώλεια μαλλιών, γνωστή ως χρόνια τελογενής αλωπεκία
  • Τριχόπτωση που σχετίζεται με ορμονικά ζητήματα σε σχέση με το γενετικό τοπίο, ή αλλιώς ανδρογενετική αλωπεκία
  • Τριχόπτωση που σχετίζεται με την ηλικία, μια απώλεια της πυκνότητας και της μάζας των μαλλιών, γνωστή ως αλωπεκία που προκαλείται κατά τη γήρανση.

«Όλοι αυτοί οι τύποι τριχόπτωσης διαφέρουν μεταξύ τους, επειδή προκαλούνται από διαφορετικές τροποποιήσεις στον κύκλο των μαλλιών και επομένως, απαιτούν διαφορετικές θεραπείες», καταλήγει η δρ Βλαδένη.