Μπορούμε να εκτοπίσουμε το τσιγάρο με τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού
Ο Ιωάννης Φαρόπουλος, διευθύνων σύμβουλος του Κέντρου Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων (CLEO), ο οποίος έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην αλλαγή της νομοθεσίας σχετικά με τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού στην Ελλάδα, ήταν ο συντονιστής μιας συζήτησης σε βάθος για το τι μέλλει γενέσθαι σε αυτόν τον τομέα, στο διαδικτυακό σεμινάριο με τίτλο «Προς έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο», που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη5 Ιουλίου.
ΟKarl Erik Lund, αντιπρόεδρος της SCOHRE και Senior Researcher στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας στη Νορβηγία, στην ομιλία του με θέμα «Είναι οι ευρωπαϊκές πολιτικές ευθυγραμμισμένες με τον στόχο για μια Ευρώπη χωρίς τσιγάρο;» επισήμανε ότι στις σημερινές κοινωνίες «έχουμε οριακά αποτελέσματα από την εντατικοποίηση των κλασικών όπλων για τον έλεγχο του καπνίσματος». «Οι καπνιστές, πρόσθεσε, έχουν αλλάξει και εμφανίζουν πλέον άλλα χαρακτηριστικά από αυτά στα οποία στοχεύαμε με τα παραδοσιακά εργαλεία πριν από μερικές δεκαετίες, ενώ οι στρατηγικές μας παρέμειναν αμετάβλητες». Τα βασικά στοιχεία της νεότερης στρατηγικής Μείωσης της Βλάβης από το Κάπνισμα είναι η διαθεσιμότητα εναλλακτικών λύσεων έναντι του τσιγάρου, η ρύθμιση των προϊόντων κατ’ αναλογία με τον κίνδυνο (π.χ. φορολόγηση), η ενημέρωση για τη διαφορά κινδύνου μεταξύ των καπνικών προϊόντων και η παροχή συμβουλών προς τους καπνιστές να μεταβούν σε εναλλακτικά προϊόντα. Όπως δήλωσε, «Ας αφήσουμε να διατεθούν περισσότερα προϊόντα χαμηλού κινδύνου στην αγορά, ώστε να πετύχουμε τα τσιγάρα να καταστούν παρωχημένα».
Όπως εξήγησε, υπάρχουν δύο κατευθύνσεις στην Ευρώπη. Οι «υπέρμαχοι των καθαρών λύσεων», που πιστεύουν ότι στόχος μας θα πρέπει να είναι μια κοινωνία χωρίς νικοτίνη, ότι ο εθισμός στη νικοτίνη δεν είναι αποδεκτός και, επομένως, ο τελικός στόχος της πολιτικής μας θα πρέπει να είναι μια κοινωνία χωρίς νικοτίνη, και ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε τη βιομηχανία της νικοτίνης. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν οι «ρεαλιστές», οι οποίοι πιστεύουν ότι κύριος στόχος μας θα πρέπει να είναι η μείωση των νοσημάτων που σχετίζονται με το κάπνισμα, ότι η ψυχαγωγική χρήση της νικοτίνης θα υπάρχει πάντα και ότι είναι αποδεκτή εάν ο κίνδυνος για την υγεία είναι χαμηλός. Κατά τη γνώμη τους, υπάρχει τεράστια διαφορά κινδύνου μεταξύ των διαφόρων προϊόντων, ενώ επίσης τα νέα προϊόντα θα μπορούσαν να επικρατήσουν έναντι των τσιγάρων και να τα εκτοπίσουν από την αγορά. Ο Dr Lund επέμεινε στη σημασία της εκπαίδευσης των χρηστών και της ενημέρωσης των καπνιστών αναφορικά με τον σχετικό κίνδυνο. Κατέληξε λέγοντας ότι η Μείωση της Βλάβης από το Κάπνισμα θα πρέπει να είναι μια συμπληρωματική στρατηγική για τη μείωση της επιδημίας του καπνίσματος.
«Οι πολιτικές δημόσιας υγείας έχουν να κάνουν με τη μείωση του κινδύνου», δήλωσε ο Θεοκλής Ζαούτης, πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας της Ελλάδας, ξεκινώντας την ομιλία του με θέμα «Ολιστική προσέγγιση της δημόσιας υγείας. Πώς μπορούμε να συμπληρώσουμε τις στρατηγικές δημόσιας υγείας για να επιτύχουμε έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο;». Ο κ. Ζαούτης υπογράμμισε τον ρόλο των οργανισμών δημόσιας υγείας και εξέτασε το δίλημμα μεταξύ «υπέρμαχων των καθαρών λύσεων» και «ρεαλιστών» αναφορικά με τις πολιτικές μείωσης του καπνίσματος. Τόνισε επίσης ότι λόγω της πανδημίας της Covid-19, η ιδέα ενός κόσμου χωρίς τσιγάρο κατέστη αναγκαιότητα, δεδομένου ότι οι καπνιστές με χρόνιες παθήσεις υπέστησαν σοβαρότερες συνέπειες και υψηλότερα ποσοστά θνητότητας. Εστίασε επίσης στην ανάγκη παρακολούθησης της επιδημιολογίας του καπνίσματος συμβατικών τσιγάρων και της χρήσης εναλλακτικών προϊόντων, καθώς με αυτόν τον τρόπο, θα ληφθούν αξιόπιστα δεδομένα για την ανάπτυξη αποτελεσματικών εκστρατειών ενημέρωσης. Αναφορικά με τις πολιτικές Μείωσης της Βλάβης από το Κάπνισμα, αναγνώρισε ότι η μείωση του κινδύνου περιλαμβάνεται στις περισσότερες πολιτικές δημόσιας υγείας και αναφέρθηκε στο παράδειγμα των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων (STD), όπου η αποχή δεν αποτελεί επιλογή – αντ’ αυτής, προωθούνται μέθοδοι μείωσης του κινδύνου, όπως η χρήση προφυλακτικού. Κατέληξε λέγοντας ότι «Οι πολιτικές μείωσης του κινδύνου πάντοτε συναντούν αντίσταση», όπως σε γνωστές περιπτώσεις προσπαθειών μείωσης του αλατιού και της ζάχαρης, που δέχθηκαν έντονη κριτική.
Ο Καθηγητής Andrzej Fal, πρόεδρος της Πολωνικής Εταιρείας Δημόσιας Υγείας, επικεφαλής του Τμήματος Αλλεργιολογίας, Νοσημάτων του Πνεύμονα και Παθολογίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Ιατρικής Επιστήμης της Πολωνίας, στην ομιλία του με τίτλο «Πώς μπορούν τα φορολογικά εργαλεία να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της εξάπλωσης του καπνίσματος ώστε να οδηγηθούμε προς έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο;» δήλωσε ρητά: «Στόχος μας θα πρέπει να είναι να σταματήσουν οι άνθρωποι να αγοράζουν τσιγάρα ή, αν έχουμε δύο προϊόντα διαφορετικού κινδύνου, να καταστήσουμε περισσότερο διαθέσιμο το προϊόν με τον μικρότερο κίνδυνο!». Όπως έχει επίσης δηλώσει στο παρελθόν, «Μικρότερη βλάβη, μικρότερος φόρος». «Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα φορολογικά εργαλεία –είπε– γιατί η πρόληψη μέσω της φορολογίας έχει αποδειχθεί ότι έχει καλή σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Σουηδία και στις ΗΠΑ. Οι υπουργοί οικονομικών που φοβούνται μήπως χάσουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης όταν εξετάζουν τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, απλά παραβλέπουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον προϋπολογισμό για την υγεία. Ο χαμένος ειδικός φόρος κατανάλωσης στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους είναι ψίχουλα…», κατέληξε.
Το κάπνισμα τσιγάρου είναι ένας καλά τεκμηριωμένος παράγοντας κινδύνου για αρκετές σοβαρές παθήσεις, όπως καρκίνο, καρδιαγγειακή νόσο και χρόνιες νόσους του αναπνευστικού. Η διακοπή του τσιγάρου είναι ο καλύτερος τρόπος για να περιοριστούν οι βλάβες στην υγεία. Ωστόσο, μόνο 30-40% των καπνιστών κόβουν με επιτυχία το κάπνισμα (συμπεριλαμβανομένων αυτών που λαμβάνουν ψυχολογική και φαρμακολογική υποστήριξη). Η μείωση της βλάβης είναι ένα σημαντικό εργαλείο για αυτούς που δεν καταφέρνουν να διακόψουν το κάπνισμα. Η φορολόγηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα δημοσιονομικό εργαλείο στην πολιτική υγείας, τόνισε.
Η Δάφνη Καϊτελίδου, καθηγήτρια στο Τμήμα Νοσηλευτικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας και πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ), αναφέρθηκε στην ομιλία της στην ανάγκη να έχουμε «Καλύτερα ενημερωμένους πολίτες και περισσότερα δεδομένα που καθορίζουν την αλλαγή συμπεριφοράς». Αρχικά περιέγραψε τα τρέχοντα δεδομένα για το κάπνισμα παγκοσμίως, στην ΕΕ και στη χώρα μας και σχολίασε ότι το κάπνισμα σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους απ’ ό,τι η ελονοσία και η φυματίωση. Παρόλο που οι αριθμοί των καπνιστών έχουν μειωθεί μετά την εφαρμογή διαφόρων πολιτικών, ο επιπολασμός του καπνίσματος παραμένει υψηλός στις χώρες της ΕΕ και στην Ελλάδα ειδικότερα.
Στη συνέχεια παρουσίασε τα αποτελέσματα μιας μη δημοσιευμένης έρευνας, με την ονομασία PaRIS (Patient-Reported Indicator Survey), μιας διεθνούς έρευνας σε άτομα που ζουν με χρόνιες παθήσεις και στην οποία συμμετείχε η Ελλάδα. Το κάπνισμα περιλαμβανόταν ως δείκτης και οι ασθενείς ανέφεραν την εμπειρία τους και τις εκβάσεις υγείας. Σήμερα που παράγεται μια πληθώρα δεδομένων, η Ελλάδα αντιμετωπίζει δύο σημαντικές προκλήσεις, τόνισε η κ. Καϊτελίδου: το γεγονός ότι δεν γίνεται συστηματική συλλογή δεδομένων, ούτε και κοινή χρήση των δεδομένων με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ενώ τα δεδομένα δεν ενσωματώνονται στην καθημερινή κλινική πρακτική. Υποστήριξε ότι τα προγράμματα προαγωγής της υγείας θα πρέπει να ευαισθητοποιούν και να ενημερώνουν και ότι θα πρέπει να περιλαμβάνουν συμβουλευτική για τη διακοπή του καπνίσματος με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, καθώς και εξατομικευμένα προγράμματα για ευάλωτες ομάδες. Για να επιτύχουμε έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο –κατέληξε– θα πρέπει να παρακολουθούμε τη συνήθεια του καπνίσματος, έτσι ώστε να σχεδιάσουμε βασισμένες σε στοιχεία πολιτικές ελέγχου του καπνού και να αναπτύξουμε διατομεακές συνεργασίες μεταξύ κυβερνητικών, εθνικών και διεθνών φορέων για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις.
Στη συζήτηση που ακολούθησε, ο κ. Φαρόπουλος έθεσε το ζήτημα της ετοιμότητας για την επερχόμενη δέκατη συνεδρίαση της Διάσκεψης Συμβαλλόμενων Μερών (COP10) της Σύμβασης-Πλαισίου του ΠΟΥ για τον Έλεγχο του Καπνίσματος, που θα λάβει χώρα στον Παναμά, προκειμένου να αναδειχθούν τα οφέλη των πολιτικών μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα στον ΠΟΥ. Ο Καθηγητής Fal πρότεινε ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να καλέσουν επειγόντως τους εκπροσώπους της ΕΕ να συζητήσουν για τις βέλτιστες πρακτικές με τις κυβερνήσεις τους. Ο κ. Φαρόπουλος τόνισε ότι θα πρέπει να υπάρχει μια ενιαία προσέγγιση εκ μέρους της ΕΕ στην COP10, αξιοποιώντας τα καλά αποτελέσματα που πέτυχαν χώρες όπως η Νορβηγία και η Σουηδία, οι οποίες εφαρμόζουν πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα. Ο Dr Lund απέδωσε την προκατάληψη του ΠΟΥ απέναντι στα εναλλακτικά προϊόντα καπνού στην προηγούμενη κακή εμπειρία με τα τσιγάρα χαμηλής νικοτίνης και τα φίλτρα, στην αντίληψη ότι πίσω από όλα τα εναλλακτικά προϊόντα κρύβεται η βιομηχανία του καπνού, ενώ μόνο 20% αυτών των προϊόντων παράγονται από τη βιομηχανία και, τέλος, στην επιθυμία να επιδείξει ο ΠΟΥ καθαρότητα απόψεων και τελειότητα.
Αναφορικά με το ερώτημα του πότε θα μπορούμε να έχουμε ισχυρά στοιχεία για τη νοσηρότητα και τη θνητότητα με τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού, ο Καθ. Fal υποστήριξε ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε 10-15 χρόνια για τα αποτελέσματα των ερευνητών, αλλά μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα εναλλακτικά προϊόντα με μια καλά τεκμηριωμένη προσέγγιση. Τόνισε ότι θα μπορούσαμε να βασίσουμε τις πολιτικές μας στο γεγονός ότι τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού παρέχουν έναν αναμφίβολα μειωμένο κίνδυνο για τους παθητικούς καπνιστές. Ο Dr Lund υπογράμμισε ότι υπάρχουν επιδημιολογικά δεδομένα από τη Νορβηγία και τη Σουηδία για το snus, το οποίο χρησιμοποιείται ευρέως από τη δεκαετία του 1970. Η Καθ. Καϊτελίδου πρότεινε την εφαρμογή συστηματικών και τακτικών ενεργειών προαγωγής της υγείας, δεδομένου ότι οι ενημερωτικές εκστρατείες δεν έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ο Dr Lund συνόψισε τα κύρια σημεία της συζήτησης: για να πειστούν οι καπνιστές για τη μείωση του κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν διαφορές στις τιμές, ρύθμιση ανάλογα με τον κίνδυνο και εκπαίδευση σχετικά με τα εναλλακτικά προϊόντα. Πρότεινε, τέλος, οι πληροφορίες σχετικά με τη μείωση της βλάβης να περιλαμβάνονται στη συσκευασία των τσιγάρων, έτσι ώστε μόνο οι καπνιστές να έχουν πρόσβαση σε αυτές.
Δείτε το βίντεο του διαδικτυακού σεμιναρίου μέσω της πλατφόρμας παρακολούθησης: