Ακμή: Συμβουλές για “καθαρότερο” δέρμα μέχρι τα Χριστούγεννα
Το χειμώνα η ακμή σε πολλούς ανθρώπους επιδεινώνεται. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ξηρότητα της ατμόσφαιρας και στην παραμονή σε εσωτερικούς χώρους με θερμαντικές συσκευές που αφυδατώνουν το δέρμα. Σε αντίθεση με το καλοκαίρι, οι παράγοντες αυτοί είναι δυσκολότερα διαχειρίσιμοι.
Επιπλέον, οι αγωγές που εφαρμόζονται διαφέρουν αναλόγως της εποχής, δεδομένου ότι αυτές που λαμβάνουν χώρα το καλοκαίρι είναι πιο «επιθετικές» και μπορεί να επιδεινώνουν την ακμή το χειμώνα.
Με την εορταστική περίοδο να είναι προ των πυλών, που όλοι επιθυμούν να έχουν ένα πιο “καθαρό”, λαμπερό και ελκυστικό δέρμα, είναι απαραίτητη η προσαρμογή τόσο της φροντίδας της επιδερμίδας όσο και της αγωγής.
«Οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούν το χειμώνα είναι σκληρές για το δέρμα. Το κρύο, ο άνεμος, η βροχή, το χιόνι και η έλλειψη υγρασίας (τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους), μπορούν να το στεγνώσουν. Όσο τα φαινόμενα αυτά χειροτερεύουν, τόσο επιδεινώνονται και τα συμπτώματα της ακμής.
Ουσιαστικά η έκθεση στο κρύο υποβάλλει το δέρμα σε μιας μορφής στρες το οποίο αυξάνει τη φλεγμονή. Οι πάσχοντες λοιπόν από ακμή, ή κάθε άλλη χρόνια φλεγμονώδη δερματοπάθεια, βλέπουν το δέρμα τους να χειροτερεύει, ειδικά στην έναρξη του χειμώνα και μέχρι το σώμα να προσαρμοστεί στις νέες καιρικές συνθήκες – ακριβώς δηλαδή λίγο πριν από τα Χριστούγεννα.
Σε σύγκριση με το καλοκαίρι, τα ποσοστά μέτριας έως σοβαρής ακμής αυξάνονταν το χειμώνα κατά 11%, όπως έδειξε μια μελέτη σε ασθενείς με ακμή που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Αγγλία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι αιτίες αυτής της επιδείνωσης είναι πολλές: αφενός η υπερβολική ξηρότητα του δέρματος μειώνει την ικανότητά του να καταπολεμά τις βακτηριακές λοιμώξεις, αφετέρου το αφυδατωμένο δέρμα υποχρεώνει τον οργανισμό να παράγει περισσότερη από την αναγκαία ποσότητα σμήγματος, για να το κρατήσει ενυδατωμένο και ελαστικό.
Όμως, η υπερέκκριση αυτού του ελαίου μπορεί να προκαλέσει παγίδευση των νεκρών δερματικών κυττάρων, να φράξει τους πόρους, να ευνοήσει την ανάπτυξη βακτηρίων και τελικά να οδηγήσει σε εξάρσεις ακμής», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Πρόσφατα αποδείχθηκε και ότι τα ακνεϊκά δέρματα έχουν μειωμένη λειτουργία του επιδερμικού φραγμού – το πρώτο στρώμα άμυνάς τους, που αποτελείται κυρίως από κεραμίδια, χοληστερόλη και απαραίτητα λιπαρά οξέα.
Μια μελέτη που ερεύνησε την εποχιακή διακύμανση των κεραμιδίων στην κεράτινη στοιβάδα διαπίστωσε ότι το δέρμα με ακμή έχει συνολικά χαμηλότερα επίπεδα κεραμιδίων, κυρίως τους χειμερινούς μήνες. Αυτά προκαλούν την αύξηση της απώλειας νερού από την επιδερμίδα των ασθενών, σε σύγκριση με εκείνων που έχουν υγιές δέρμα, η οποία, ωστόσο, υποχωρεί εν μέρει το καλοκαίρι.
Οι συνθήκες που επικρατούν το χειμώνα επηρεάζουν, επίσης, τα επίπεδα της βιταμίνης D στον οργανισμό – παραμονή σε εσωτερικούς χώρους, λιγότερες ημέρες με ηλιοφάνεια αλλά και ώρες ανά ημέρα. Η έρευνα δείχνει ότι όσοι έχουν χαμηλότερα επίπεδα της συγκεκριμένης βιταμίνης είναι πιο επιρρεπείς στην ανάπτυξη ακμής. Και αυτό διότι η πτώση του ανοσοποιητικού που προκαλεί η έλλειψή της δυσχεραίνει την αντιμετώπιση των επιθέσεων από βακτήρια που προκαλούν την πάθηση.
Επομένως, η επιπλέον προστασία του ακνεϊκού δέρματος το χειμώνα είναι απαραίτητη και συνίσταται στην πολύ προσεκτική φροντίδα του, η οποία περιλαμβάνει:
– Την αποφυγή αγγίγματός του. Είναι μια συμβουλή που ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, αφού μπορεί να γίνει αιτία μεταφοράς μολυσματικών παραγόντων σε αυτό.
– Τον καθαρισμό του με ένα απαλότερο καθαριστικό από εκείνο που χρησιμοποιείται το καλοκαίρι. Και αυτό γιατί τους θερμούς μήνες υπάρχει ανάγκη απομάκρυνσης της υπερβολικής λιπαρότητας που προκαλούν οι συνθήκες και τα προϊόντα (π.χ. αντηλιακά). Δεν επιτρέπεται όμως ο καθαρισμός του περισσότερες από 2 φορές ημερησίως.
– Την ενυδάτωση με προϊόντα που απευθύνονται σε δέρματα που είναι επιρρεπή στην ακμή και όχι με παχιές, κρεμώδεις ενυδατικές κρέμες. Καλό είναι να χρησιμοποιούνται προϊόντα χωρίς λιπαρά στοιχεία που περιέχουν ουσίες οι οποίες βοηθούν στην θωράκιση της υγρασίας, όπως το υαλουρονικό οξύ.
– Την επιλογή του σωστού χρόνου ενυδάτωσης. Η εφαρμογή του ενυδατικού προϊόντος θα πρέπει να γίνεται αμέσως μετά το πλύσιμο του δέρματος (προσώπου και σώματος), ούτως ώστε η υγρασία να παγιδεύεται και οι ερεθισμοί να υποχωρούν.
– Την προσαρμογή της θεραπευτικής αγωγής στον ψυχρό καιρό. Τα τοπικά φάρμακα που συστήνονται για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της ακμής στεγνώνουν το δέρμα. Η αποφυγή αυτών και/ή η χρήση τους μόνο στο σημείο του προβλήματος και όχι στο σύνολο του δέρματος προλαμβάνει την ξηρότητά του και τις εξάρσεις βελτιώνοντας την όψη του.
– Την εφαρμογή ήπιων απολεπιστικών προϊόντων, για την απομάκρυνση των νεκρών κυττάρων, αλλά και αντηλιακού κάθε φορά που βρίσκεστε σε εξωτερικό χώρο.
«Όσο πλησιάζουμε στις γιορτές, οι πάσχοντες από ακμή ή εκείνοι που έχουν την τάση να την εμφανίσουν θα πρέπει να προσέξουν τη διατροφή τους, μιας και η ζάχαρη, οι υδατάνθρακες και τα γαλακτοκομικά ενοχοποιούνται για έξαρση της νόσου.
Κυρίως όμως θα πρέπει να δώσουν προσοχή στην κατανάλωση αλκοόλ, δεδομένου ότι μπορεί να επηρεάσει την ισορροπία των ορμονών, όπως οιστραδιόλη, τεστοστερόνη και ωχρινοτρόπος ορμόνη και να οδηγήσει σε ακμή.
Το αλκοόλ προκαλεί επίσης μειωμένη ανοσολογική απόκριση, οπότε είναι πιθανότερη μια μόλυνση από βακτήρια που ευθύνονται για την έξαρση των συμπτωμάτων. Επίσης, μπορεί να προκαλέσει αφυδάτωση, μέσω της διούρησης, η οποία προκαλεί υπερέκκριση σμήγματος. Επειδή είναι δύσκολο να αποφευχθεί τελείως η κατανάλωσή του καλό είναι όσοι έχουν τάση για ακμή να καταναλώνουν περισσότερο νερό.
Τέλος, θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι τόσο το άγχος, που στις γιορτές προκαλείται από τις υποχρεώσεις και τις προετοιμασίες, όσο και ο ελλιπής ύπνος αποτελούν αιτίες επιδείνωσης της ακμής.
Για ένα καθαρό, λοιπόν, δέρμα στις γιορτές, πρέπει να προσαρμόσουν τη φροντίδα του δέρματός τους, αλλά και την αγωγή υπό την καθοδήγηση του θεράποντος ιατρού, να προσέξουν τη διατροφή, να ελέγξουν την ποσότητα του αλκοόλ που θα καταναλώσουν, να βρουν τρόπους να ελέγξουν το άγχος τους και να κοιμούνται επαρκώς», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.