Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΝΩΜΗ ΙΑΤΡΟΥ ΙΔΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΑΝΑΦΑΙΡΕΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΗ

«Κανείς δεν μπορεί να υπεισέλθει στην αγωνία ενός ασθενούς που ενδιαφέρεται απόλυτα για το πρόβλημα της υγείας που αντιμετωπίζει και αναζητά μια δεύτερη ιατρική γνώμη στη διάγνωση που έχει ήδη στην κατοχή του. Συνεπώς η αναζήτηση μιας νέας εκτίμησης είναι απόλυτο και αναφαίρετο δικαίωμά του».

Αυτό τονίζει η Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μαστολογίας ε. Καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Χειρουργός-Γυναικολόγος, Μαστολόγος-Ογκολόγος, Δρ. Λυδία Ιωαννίδου-Μουζάκα, με αφορμή τη συζήτηση που διεξάγεται τακτικά σε διεθνές επίπεδο για τη σκοπιμότητα ή μη μιας δεύτερης γνώμης στη  διάγνωση ή στην επιλογή της κατάλληλης ιατρικής πράξης (χειρουργική επέμβαση ή μακροχρόνια φαρμακευτική θεραπεία), που ακολουθεί τη διάγνωση.

Είναι απόλυτα κατανοητή η επιθυμία του κάθε ασθενούς να θελήσει να ενημερωθεί   με κάθε λεπτομέρεια για την ασθένειά του. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα να μην θέλει να αποδεχθεί αυτά που άκουσε για την πάθηση που του διαγνώστηκε.  Η δεύτερη γνώμη είναι απόλυτα θεμιτή και βοηθάει όταν προέρχεται από ιατρό της ίδιας ειδικότητας, του ίδιου επιστημονικού επιπέδου με τον πρώτο ιατρό, ή με καταλληλότερο επίπεδο εξειδίκευσης. Άσχετα αν ο ασθενής θέλει ή όχι να πιστέψει στη διάγνωση που του δίδεται, για την ίδια τη διάγνωση, ενδεχομένως να υπάρξει διαφορετική θεραπευτική προσέγγιση μεταξύ των δύο ιατρών.

«Οπωσδήποτε η δεύτερη γνώμη μπορεί να αποδειχθεί καλύτερη ή και χειρότερη, εάν δεν έχει γίνει από τον ασθενή η σωστή επιλογή του εξειδικευμένου ιατρού.  Από κει και πέρα, η τελική απόφασή του θα είναι συνισταμένη αρκετών παραγόντων και κυρίως η  εμπιστοσύνη  που έχει δημιουργήσει ο κάθε ιατρός στον ασθενή, η πληρότητα των επεξηγήσεων σε  τυχόν απορίες, η αξιοπιστία των διαγνώσεων επί των εξετάσεων, αλλά και οι διαγνωστικές τεχνικές», υπογραμμίζει η κ. Μουζάκα.